συναλλοτριοῦται

συναλλοτριοῦται
σύν-ἀλλοτριόω
estrange from
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • συναλλοτριώ — όω, ΜΑ [ἀλλοτριῶ] αλλοτριώνω, αποξενώνω κάτι από κάτι άλλο ταυτόχρονα («ὁ τῆς ἀγαθῆς οὐσίας ἀμέτοχος καὶ τῆς τοῡ ἀγαθοῡ ἐπωνυμίας συναλλοτριοῡται», Γρηγ. Νύσσ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”